διαπλοκή

διαπλοκή
η (Α διαπλοκή) [διαπλέκω]
σύνδεση με πλέξιμο, σύνθεση με πλοκή
αρχ.
1. πλοκή
2. (σε πληθ.) λοξοδρομίες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • διαπλοκῇ — διαπλοκή intermixture fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπλοκή — intermixture fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπλοκαῖς — διαπλοκή intermixture fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπλοκαί — διαπλοκή intermixture fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπλοκῆς — διαπλοκή intermixture fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπλοκήν — διαπλοκή intermixture fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρεπτόλυτον — τὸ, Α γραμματικό σχήμα κατά το οποίο παρατηρείται διαπλοκή προτάσεων. [ΕΤΥΜΟΛ. < στρεπτός + λυτός (< λύω)] …   Dictionary of Greek

  • ύφασμα — το / ὕφασμα, άσματος, ΝΑ [ὑφαίνω] το αποτέλεσμα τού υφαίνω, προϊόν που κατασκευάζεται με τη διαπλοκή κάθετων μεταξύ τους νημάτων σε υφαντικό ιστό, σε αργαλειό …   Dictionary of Greek

  • ΠΡΟΛΟΓΟΣ —         Ο στόχος της εργασίας αυτής είναι να αποδοθούν τα κυριότερα χαρακτηριστικά της κλίσης των 4.500 βασικών ρημάτων της κοινής νεοελληνικής (χωρίς διαλεκτικά στοιχεία). Η ιδιαιτερότητα (και η χρησιμότητα) της εργασίας έγκειται, πιστεύουμε,… …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • διαπλοκάς — διαπλοκά̱ς , διαπλοκή intermixture fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”